Η Τράπεζα Πειραιώς, αδιαφορώντας για τις ανάγκες των πελατών της, προχώρησε στην πώληση του 80,1% της θυγατρικής της «Κέα Λειτουργία και Διαχείριση Δικτύων ΑΤΜ Μονοπρόσωπη Α.Ε.» (ΚΕΑ) στην Printec, μια εταιρεία τεχνολογικών λύσεων για τον τραπεζικό κλάδο. Η μεταβίβαση 850 ΑΤΜ εκτός καταστημάτων, που αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος του δικτύου της, έχει πυροδοτήσει οργή στους πελάτες, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν το τίμημα μιας κυνικής επιχειρηματικής απόφασης που βάζει τα κέρδη πάνω από την εξυπηρέτηση.
Μια Πώληση που Φορτώνει Χρεώσεις στους Πελάτες
Η Τράπεζα Πειραιώς, μία από τις μεγαλύτερες συστημικές τράπεζες της Ελλάδας, αποφάσισε να απεμπολήσει τη διαχείριση 850 ΑΤΜ εκτός καταστημάτων, διατηρώντας μόλις 360 ιδιόκτητα ΑΤΜ σε απομακρυσμένες περιοχές και νησιά, καθώς και 934 εντός των 370 καταστημάτων της. Η τράπεζα ισχυρίζεται ότι το δίκτυό της παραμένει «επαρκές», αλλά η πραγματικότητα είναι ότι η Printec, που ανέλαβε τα 850 ΑΤΜ, επιβάλλει πλέον προμήθεια 1,5 ευρώ για κάθε ανάληψη μετρητών – ακόμα και για τους πελάτες της ίδιας της τράπεζας. Αυτή η χρέωση, που καταργεί την μέχρι πρότινος δωρεάν πρόσβαση σε ΑΤΜ της Πειραιώς, αποτελεί μια απροκάλυπτη μετακύλιση του κόστους της πώλησης στους πολίτες.
Γιατί η Κίνηση Πλήττει τους Πελάτες
Η επιβολή προμήθειας 1,5 ευρώ ανά ανάληψη πλήττει δυσανάλογα μεγάλη μερίδα πελατών, ιδιαίτερα όσους βασίζονται στα ΑΤΜ για καθημερινές συναλλαγές. Ας εξετάσουμε το μέγεθος της επιβάρυνσης:
- Μέσος πελάτης: Ένας πελάτης που κάνει δύο αναλήψεις την εβδομάδα από ΑΤΜ της Printec θα πληρώσει 156 ευρώ ετησίως (104 x 1,5 ευρώ). Για νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, όπως συνταξιούχοι ή άνεργοι, αυτό το ποσό ισοδυναμεί με σημαντικό μέρος του μηνιαίου προϋπολογισμού τους.
- Ευάλωτες ομάδες: Συνταξιούχοι, κάτοικοι απομακρυσμένων περιοχών και μικροεπιχειρηματίες που εξαρτώνται από συχνές αναλήψεις μετρητών αντιμετωπίζουν δυσβάσταχτο κόστος. Σε νησιά ή αγροτικές περιοχές, όπου τα ιδιόκτητα ΑΤΜ της τράπεζας είναι λιγοστά, οι πελάτες δεν έχουν εναλλακτικές και αναγκάζονται να πληρώσουν τις χρεώσεις της Printec.
- Σωρευτικό κόστος: Πέρα από τις αναλήψεις, οι πελάτες επιβαρύνονται με άλλες χρεώσεις, όπως για ανανέωση καρτών ή διατραπεζικές συναλλαγές μέσω ΔΙΑΣ. Αυτό αυξάνει το συνολικό κόστος χρήσης βασικών τραπεζικών υπηρεσιών, καθιστώντας την πρόσβαση σε χρήματα δυσκολότερη και ακριβότερη.
- Αναγκαστική ψηφιοποίηση: Η τράπεζα, μειώνοντας το δίκτυο ιδιόκτητων ΑΤΜ, ωθεί τους πελάτες σε ψηφιακές συναλλαγές, κάτι που δεν είναι εφικτό για όλους, ιδιαίτερα για ηλικιωμένους ή κατοίκους περιοχών με περιορισμένη πρόσβαση στο διαδίκτυο.
Η κίνηση αυτή φανερώνει την προτεραιότητα της τράπεζας στην κερδοφορία, παρά τις συνέπειες για τους πελάτες της, οι οποίοι έχουν ήδη επιβαρυνθεί από την οικονομική κρίση και την υποχρεωτική κατάθεση μισθών και συντάξεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς.
Οργή στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης
Η απόφαση έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, με τους πελάτες να χαρακτηρίζουν τις χρεώσεις «ληστρικές» σε πλατφόρμες όπως το X. Πολλοί εκφράζουν απογοήτευση για την έλλειψη διαφάνειας και την αίσθηση ότι η τράπεζα, που έχει λάβει κρατική στήριξη στο παρελθόν, στρέφεται εναντίον των πελατών της. Η μείωση των ιδιόκτητων ΑΤΜ, σε συνδυασμό με τις νέες χρεώσεις, περιορίζει την πρόσβαση σε μετρητά, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές, όπου η παρουσία ΑΤΜ της Printec είναι περιορισμένη ή ανύπαρκτη.
Στρατηγική Κερδοφορίας Εις Βάρος των Πελατών
Η πώληση της ΚΕΑ στην Printec αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής του τραπεζικού κλάδου για μείωση του λειτουργικού κόστους μέσω της ανάθεσης υποδομών σε τρίτες εταιρείες. Ωστόσο, η Τράπεζα Πειραιώς, που κατέγραψε κέρδη 284 εκατ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2025, φαίνεται να επιλέγει την κερδοφορία εις βάρος της κοινωνικής της ευθύνης. Η αντίθεση ανάμεσα στα υψηλά κέρδη και την επιβολή νέων χρεώσεων εντείνει την αίσθηση αδικίας, ιδιαίτερα σε μια χώρα που ακόμα ανακάμπτει από την οικονομική κρίση.
Η απόφαση της Τράπεζας Πειραιώς να πουλήσει 850 ΑΤΜ στην Printec, επιβάλλοντας προμήθειες 1,5 ευρώ ανά ανάληψη, αποτελεί μια κίνηση που πλήττει σοβαρά τους πελάτες, ιδιαίτερα τις ευάλωτες ομάδες. Οι νέες χρεώσεις, σε συνδυασμό με τη μείωση του δικτύου ΑΤΜ και την ώθηση προς ψηφιακές συναλλαγές, περιορίζουν την πρόσβαση σε βασικές τραπεζικές υπηρεσίες και επιβαρύνουν οικονομικά τους πολίτες. Η τράπεζα, αντί να απορροφήσει το κόστος της στρατηγικής της, το μετακυλίει στους πελάτες, προκαλώντας ερωτήματα για τη δέσμευσή της στην εξυπηρέτηση του κοινού.